- Γαλατικά
- Γαλατικόςneut nom/voc/acc plΓαλατικά̱ , Γαλατικόςfem nom/voc/acc dualΓαλατικά̱ , Γαλατικόςfem nom/voc sg (doric aeolic)
Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες). 2014.
Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες). 2014.
Γαλατικάς — Γαλατικά̱ς , Γαλατικός fem acc pl … Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)
Galater — Die römische Provinz Galatia Galater (griech. Γαλάται, Galatai) ist die Bezeichnung für die Nachfahren der 20.000 keltischen Söldner vom Stamm der Volcae, die 278 v. Chr. von König Nikomedes I. von Bithynien angeheuert wurden. Sie ließen sich im… … Deutsch Wikipedia
πάτρα — Πόλη της Πελοποννήσου, πρωτεύουσα του νομού Αχαΐας της περιφέρειας Δυτικής Ελλάδας. Ο δήμος Πατρέων περιλαμβάνει, εκτός από τον ομώνυμο δήμο, και τις κοινότητες Ελικίστρας, Μοίρας και Σουλίου. Τρίτη πόλη της Ελλάδας από άποψη πληθυσμού, μετά την… … Dictionary of Greek
τετραρχία — Διοικητικό σύστημα που εφάρμοσε ο Ρωμαίος αυτοκράτορας Διοκλητιανός (284 305) με αντικειμενικό σκοπό τον ουσιαστικότερο έλεγχο της αυτοκρατορίας, που τον 3o αι. μ.Χ. δοκιμάζεται από οξύτατη οικονομικο κοινωνική και πολιτική κρίση και από… … Dictionary of Greek
Αίδουοι ή Αιδούοι — Αρχαίος λαός της Γαλατίας, που κατοικούσε, με πρωτεύουσα τη Βίβρη, στην περιοχή ανάμεσα στους ποταμούς Αράρη και Λίγηρα. Ήταν ο ισχυρότερος ανάμεσα στα γαλατικά φύλα και πάντοτε πιστός φίλος των Ρωμαίων, εκτός από την περίοδο μιας εξέγερσης… … Dictionary of Greek
Βησιγότθοι — Γερμανικός λαός, ένας από τους δύο μεγάλους κλάδους των Γότθων (o άλλος ήταν οι Οστρογότθοι). Τον 4ο αι. μ.Χ., οι B., αφού εξασφάλισαν την άδεια να εγκατασταθούν στη Μοισία για να διαφύγουν από τους επερχόμενους Ούννους, επαναστάτησαν και… … Dictionary of Greek
Γαλλία — Επίσημη ονομασία: Δημοκρατία της Γαλλίας Έκταση: 547.030 τ.χλμ Πληθυσμός: 58.518.148 κάτ. (2000) Πρωτεύουσα: Παρίσι (2.125.246 κάτ. το 2000)Κράτος της δυτικής Ευρώπης. Συνορεύει στα ΝΑ με την Ισπανία και την Ανδόρα, στα Β με το Βέλγιο και το… … Dictionary of Greek
Ερατοσθένης — Όνομα ιστορικών προσώπων. 1. Ε. ο Κυρηναίος. Βλ. λ. Ερατοσθένης ο Κυρηναίος. 2. Ολυμπιονίκης (6ος αι. π.Χ.). Καταγόταν από τον Κρότωνα και νίκησε στο αγώνισμα του δρόμου το 576 π.Χ. 3. Αθηναίος πολιτικός (5ος αι. π.Χ.). Τριήραρχος το 411 π.Χ.,… … Dictionary of Greek
Τιμαγένης — Όνομα ιστορικών προσώπων. 1. Αλεξανδρινός ρήτορας και ιστορικός, που έζησε τον 1o αι. π.Χ. Το 55 π.Χ., συνελήφθη αιχμάλωτος από τον Πομπήιο, ο οποίος τον έστειλε στη Ρώμη. Εκεί κατόρθωσε να απελευθερωθεί και να ιδρύσει ρητορική σχολή. Έγραψε ένα… … Dictionary of Greek